- Βακχυλίδης
- (Ιουλίδα Κέας 518; – περ. 450 π.Χ.). Χορικός λυρικός ποιητής. Γιος της αδελφής του Σιμωνίδη του Κείου, άκμασε γύρω στο 467 π.Χ. (κατά το Χρονικόν του Ευσεβίου) και φαίνεται πως πέθανε κατά τα μέσα του 5ου αι. Το έργο του έγινε γνωστό το 1896, όταν ανακαλύφθηκαν δύο αιγυπτιακοί πάπυροι (στο Βρετανικό Μουσείο σήμερα) που περιείχαν ο ένας τους Επινίκους του και ο άλλος τους Διθυράμβους. Από τη ζωή του Β. λίγα είναι γνωστά· είναι πολύ πιθανό πως έμεινε στην αυλή του Ιέρωνα στη Σικελία και πως έζησε μια περίοδο εξόριστος στην Πελοπόννησο. Οι Αλεξανδρινοί τον είχαν περιλάβει στον Κανόνα των εννιά μεγάλων λυρικών και ταξινόμησαν το έργο του, που φαίνεται πως το αποτελούσαν εννιά βιβλία, έξι με ποιήματα σχετικά με τη λατρεία (διθυράμβους, παιάνες, ύμνους, προσόδια, παρθένια, υπορχήματα) και τρία με ποιήματα σχετικά με τους ανθρώπους (επινίκια, ερωτικά, εγκώμια.) Οι Επίνικοί του (ύμνοι προς νικητές αθλητικών αγώνων), σε δωρική διάλεκτο με σπάνια ιωνικά στοιχεία, ακολουθούν τα μετρικά σχήματα του Στησιχόρου. Διακρίνονται δύο (3 και 5) αφιερωμένοι στον Ιέρωνα. Από τους διθυράμβους του υπάρχουν δύο αφιερωμένοι στον μύθο του Θησέα, Ηίθεοι (= νέοι) και Θησεύς. Ο τελευταίος είναι πραγματικά μοναδικός για το ότι είναι διάλογος (και στον πρώτο γίνεται μεγάλη χρήση του απευθείας λόγου). Η μορφή αυτή του διαλόγου δημιούργησε τη σκέψη ότι ο Θησεύς είναι ο διθύραμβος στον οποίο ο Αριστοτέλης ανάγει την αρχή του δράματος, η οποία όμως δεν θα μπορούσε να ευσταθεί, γιατί όταν γράφτηκε ο Θησεύς, το δράμα είχε πια εξελιχθεί· είναι λοιπόν πιθανότερο πως το δράμα επηρέασε τον Θησέα στο περιεχόμενο και τη δομή του. Κάθε κρίση για το έργο του Β. γίνεται αναγκαστικά σε σύγκριση με το έργο του Πινδάρου, αφού έζησαν την ίδια εποχή, καλλιέργησαν το ίδιο ποιητικό είδος και οι ποιητικοί τους δρόμοι διασταυρώθηκαν πολλές φορές στα ίδια θέματα. Η αξία του Β. βρίσκεται στην αφηγηματική του ικανότητα (οι Ηίθεοι και ο Θησεύς αποτελούν τα σημαντικότερα τεκμήρια). Διακρίνεται από την επιτήδεια χρήση των λογοτεχνικών τεχνασμάτων, αντλεί από τον Όμηρο, χρησιμοποιεί γλώσσα ευκολότερη από αυτήν του Πινδάρου και διατυπώνει σε ευχάριστη μορφή τη σοφία της απλής καθημερινής ζωής· απουσιάζει όμως το πινδαρικό βάθος της αίσθησης των αξιών. Ο Β., που αυτοχαρακτηρίζεται «Κηΐα αηδών», σε ένα επίγραμμα της Παλατινής Ανθολογίας προσφωνείται «λάλε Σειρήν» και ο Πίνδαρος τον αποκαλεί «Μουσάων ιερόν στόμα».
Dictionary of Greek. 2013.